Αφού κι η τελευταία εχάθη μάχη,
τρεις ιππείς επιστρέφουνε μονάχοι.
Από βαθιές πληγές τό αίμα ρέει
ζεστό, τ’ άλογο σκύβει νά το εισπνέει.
Από τη σέλα το αίμα τ’ άναβάτου,
κι από τους χαλινούς, έφτασε κάτου.
Αγάλι αγάλι τ’ άλογο πηγαίνει,
αλλά το αίμα τρέχει καί πληθαίνει.
Οι τρείς ιππείς πηγαίνουν πλάι πλάι,
ο ένας στόν άλλο γέρνει κι ακουμπάει.
Στό πρόσωπο βλέπουν ο ένας τον άλλο,
και λένε μ' αναστεναγμό μεγάλο :
- Από μιά κόρη τρυφερά αγαπούμαι,
γι’ αυτό τώρα πεθαίνοντας λυπούμαι.
- Έχω χτήματα πολλά, σπίτια, δάση,
κι η νύχτα έτσι νωρίς θά μέ σκεπάσει.
- Δέν έχω πάρεξ τό Θεό του κόσμον,
μά πόσο με φοβίζει ο θάνατός μου !
Και καθώς μέ τ’ άλογα προχωρούνε,
τρία κοράκια γύρω τους πετούνε.
Τούς μοιράζονται, κρώζοντας καθένα :
- Δικοί σας οι δυό, κι ο τρίτος εμένα.
τρεις ιππείς επιστρέφουνε μονάχοι.
Από βαθιές πληγές τό αίμα ρέει
ζεστό, τ’ άλογο σκύβει νά το εισπνέει.
Από τη σέλα το αίμα τ’ άναβάτου,
κι από τους χαλινούς, έφτασε κάτου.
Αγάλι αγάλι τ’ άλογο πηγαίνει,
αλλά το αίμα τρέχει καί πληθαίνει.
Οι τρείς ιππείς πηγαίνουν πλάι πλάι,
ο ένας στόν άλλο γέρνει κι ακουμπάει.
Στό πρόσωπο βλέπουν ο ένας τον άλλο,
και λένε μ' αναστεναγμό μεγάλο :
- Από μιά κόρη τρυφερά αγαπούμαι,
γι’ αυτό τώρα πεθαίνοντας λυπούμαι.
- Έχω χτήματα πολλά, σπίτια, δάση,
κι η νύχτα έτσι νωρίς θά μέ σκεπάσει.
- Δέν έχω πάρεξ τό Θεό του κόσμον,
μά πόσο με φοβίζει ο θάνατός μου !
Και καθώς μέ τ’ άλογα προχωρούνε,
τρία κοράκια γύρω τους πετούνε.
Τούς μοιράζονται, κρώζοντας καθένα :
- Δικοί σας οι δυό, κι ο τρίτος εμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου